Της Πόπης Διαμαντάκου - "ΤΑ ΝΕΑ"
Μια χαρά πήγε η έναρξη της γιουροβιζιονικής περιόδου µε τα κουτσοµπολίστικα πάνελ να παιανίζουν υπό τη διεύθυνση
Ηλία Ψινάκη «Σκάνδαλο!
Σκάνδαλο!»
Πάνω που είχαµε ανησυχήσει ότι οι «χαµηλοί τόνοι» που η ΕΡΤ ήθελε να τηρούνται στο θέµα της Γιουροβίζιον θα καταργούσαν το αλλοτινό λατρεµένο θέαµα του γιουροβιζιονικού ξεκατινιάσµατος. Αλλά συνέβη το εντελώς αντίθετο. Οι «χαµηλοί τόνοι» εξελίχθηκαν σε πυρήνα του σκανδάλου της απόρριψης της συµµετοχής του Θεοχάρη Ιωαννίδη στα διαγωνιζόµενα «πακέτα» για τη γιουροβιζιονική µας εκπροσώπηση. Γιατί τελικώς επιλέχθηκαν οι
Λούκας, Κόκκινα Χαλιά, Τριηµιτόνιο και η
Νίκη Πόντε (φετινή συµµετοχή) εκ του
«X Factor» και
Αντιγόνη Ψυχράµη και
Βαλάντω από το
«Greek Idol».
Ριαλιτοπόλεµος µε άλλα λόγια.
Αλλωστε το
γιουροβιζιονικό πανηγύρι αποτελούσε από καταβολής του ένα είδος διασκεδαστικής εκτόνωσης και παράλληλα προώθησης των κυρίαρχων τάσεων της βιοµηχανίας της διασκέδασης. Ακόµη και οι εθνικογεωπολιτικές, συναισθηµατικές επενδύσεις των γιουροβιζιονικώνλαών τού δίνουν και εκείνο το χουλιγκάνικο κλίµα, στοιχείο της «πολεµικής» ψυχαγωγίας των λαών. Τα τηλεοπτικά τάλεντ σόου δεν είναι παρά κάτι ανάλογο. Επιπλέον τροφοδοτούν τις αγορές µε ευκόλως αναλώσιµο τραγουδιστικό υλικό.
Αυτό ακριβώς είναι και οι «αποφοιτήσαντες» από τις «τηλεακαδηµίες» των
«X Factor» και
«Greek Idol». Wannabe αοιδοί της πίστας, που παρά τη λάµψη των τηλεοπτικών σόου, τα µπαλέτα, τους τσακωµούς κριτικών επιτροπών στην ποδιά τους, που τους έκαναν για λίγο να νοµίσουν ότι «έφτασαν» στην κορυφή, προσγειώνονται ανωµάλως στη στενάχωρη πραγµατικότητα.
Οσο για τον
Θεοχάρη Ιωαννίδη, ότι θα πάρει τη γιουροβιζιονική βίζα, µια χαρά µέτρια φωνή και καλογυµνασµένους κοιλιακούς διαθέτει. Αλλά για να είµαστε ακριβείς, το ριαλιτοπαίχνιδο που συµµετείχε, το
«Just the two of us», δεν είχεστόχο να αναδείξει τραγουδιστές. Αλλο αν χρησιµοποιήθηκε πολύ έξυπνα από τη µανατζερική στρατηγική για να αναχθεί ο Θεοχάρης σε απόλυτο αντικείµενο του γιουροβιζιονικού πόθου. Με τη βοήθειαδηλώσεων από φέροντες τη γιουροβιζιονική «βούλα» του ειδήµονος, τύπου
Τζόνυ Καληµέρη. Αλλά και µε τη βοήθειαµιας ενορχηστρωµένης, πρωτοφανούς πανελικής υποστήριξης. Το τι αναστεναγµούς απογοήτευσης έριξε η Ελεωνόρα Μελέτη που «αυτό το παλικάρι δεν θα µας εκπροσωπήσει στη Γιουροβίζιον», ούτε να ‘χε αποτύχει η ίδια προσωπικώς!
Μιντιακό υλικό ωστόσο παράγεται χάρη στα πιο απίθανα σενάρια. Αλλα θέλουν «πολιτική» χροιά στον αποκλεισµό Θεοχάρη, επειδή λέει είναι µάνατζέρ του ο Ψινάκης – ώρες να γίνουµε και διεθνώς ρεζίλι µε τέτοιες µπούρδες – άλλα τονθέλουν «θύµα» πολέµου των δισκογραφικών, άλλα πολέµου των ριάλιτι και των καναλιών, άλλα «θύµα» της ζήλειας για τα προσόντα και την οµορφιά του – εδώ µεγαλουργεί η πανελική κατινιά. Τέλεια!
Το µεν φιλοθέαµον έχει ήδη θέαµα χορταστικό και παθιασµένο, ο Θεοχάρης ήδη µεγάλη προβολή, ενώ τα γιουροβιζιονικά σόου εξασφαλίζουν µεγάλο κοινό.
Τα γιουροβιζιονικά πανηγύρια δεν είναι τυχαίο ότι ξεσηκώνουν πάθη, καταγγελίες για «σκάνδαλα», αντιδράσεις παντού όπου λαµβάνουν χώρα. Πέρυσι µόλις, ήταν ο αποκλεισµός της
Κατερίνας Αυγουστάκη, επειδή είχε διαρρεύσει το τραγούδι της. Αλλά αυτά δεν είναι τίποτε µπροστά στα σκάνδαλα των Τούρκων, των Ουκρανών και των Βούλγαρων που κάθε τόσο σπαράσσουν τους επιτόπιους γιουροβιζιονιστές. Και τα περισσότερα µε πολιτική χροιά, όπως π.χ. στην Ουκρανία, όταν προ 5ετίας αµφισβητήθηκε η καταµέτρηση των ψήφων για το τραγούδι που επιλέχτηκε να εκπροσωπήσει τη χώρα και το οποίο είχε επικριθεί ως εξόχως πολιτικό, φίλα προσκείµενο στην κυβέρνηση, ενώ το αντίπαλό του τραγούδι, µε την Ανι Λόρακ, ανήκε «ιδεολογικώς» στην αντιπολίτευση. Σκάνδαλο δωροδοκίας των κριτών είχεξεσπάσει στην Τουρκία πριν 5-6 χρόνια πάλι, µε έναν εκ των υποψηφίων να καταγγέλλει ότι του ζήτησαν 4.000 ευρώ για να τον περάσουν στην τελική φάση. Ακολούθησαν πλήθος άλλου είδους σκάνδαλα, µέχρι και της περσινής νικήτριας της Λένας, που υποτίθεται πρωταγωνιστούσε σε «αισθησιακή ταινία» και δεν ήταν παρά ένα ντοκιµαντέρ για τη ζωή της, όπου φαινόταν µέσα στο νερό ελαφρώς το στήθος της. Ορεξη να ‘χουµε να ασχολιόµαστε µε το τίποτε µιας βιοµηχανίας που µανιωδώς το παράγει στο κενό της αληθινής δηµιουργίας.